- φωτοψευδαργυρογραφία
- ηη φωτοτσιγκογραφία (βλ. λ.).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φωτοψευδαργυρογραφία — η, Ν η φωτοτσιγκογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. photozincography (βλ. λ. φωτοτσιγκογραφία) με απόδοση τού αγγλ. zinc με το ελλ. ψευδάργυρος] … Dictionary of Greek